.....................ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΑΓΓΕΛΗ
…….H κυρά-
Φθημία ήταν στεναχωρεμένη γιατί το
ορφανό που φιλοξενούσε από μικρό
αρρώστησε και το πήγε στο
νοσοκομείο .
Όταν
έγινε καλά και γύρισε στο χωριό είχε ήδη
χάσει κάποια μαθήματα από το σχολείο. Για
αυτό η κυρά Φθημια παρακάλεσε τον κ. Αλέξανδρο να του κάνει κάποια μαθήματα και
εκείνος δέχτηκε .
Μια
μέρα και αφού το μάθημα τους είχε τελειώσει , άκουσαν κάτι
νυχτοπερπατήματα .Ο κ. Αλέξανδρος φοβήθηκε και κατέβηκε κάτω στον δρόμο να δει
τι συμβαίνει . Τότε είδε κάποιους ανθρώπους να βάζουν φωτιά στο δάσος.
Χωρίς
φόβο πήγε κοντά να δει . Ήταν τρεις άνθρωποι της στεγαστικής .
Όταν
είδαν τον κ. Αλέξανδρο σάστισαν . Αμέσως
ένας από τους τρεις πήγε πίσω από τον κ.
Αλέξανδρο και του έβαλε μια σακούλα. Ο κ. Αλέξανδρος πήρε μια πέτρα και τον χτύπησε , άρχισε να τους κλοτσάει , νόμισε ότι θα τους
νικούσε. Τότε ο ένας από τους τρεις τον
έριξε κάτω τον έβαλε τα γόνατα στα πνευμόνια
Ο
κ. Αλέξανδρος δεν μπορούσε να αναπνεύσει και φώναζε ότι ήθελε λίγο αέρα .
Το
ορφανό κατεβηκε κάτω να δει τι γίνεται και αντίκρισε τον κ. Αλέξανδρο πίσω από έναν θάμνο . Φοβόταν
να πάει κοντά μα μόλις άκουσε να λένε ''εντάξει τελειώσαμε'' πλησίασε .Eίδε τον κ. Αλέξανδρο
ανάσκελα , νόμιζε πως πέθανε .
Έφυγε
φοβισμένος νομίζοντας ότι ο κ. Αλέξανδρος πέθανε αλλά ξαφνικά σταμάτησε και το
μυαλό του σκέφτηκε ότι ο κ. Αλέξανδρος μπορεί να ήταν ζωντανός για αυτό και
πήγε πάλι πίσω . Τον είδε μέσα στα
αίματα .Άκουσε να του λέει να πάει να φωνάξει κόσμο να χτυπήσουν οι καμπάνες
γιατί καίγεται το δάσος και με τον δυνατό αέρα κινδύνευε όλο το χωριό .
Γρήγορα
το ορφανό έφυγε να ειδοποιήσει .Όλοι έτρεξαν με κουβάδες .
Όταν
όμως ο μικρός είπε σε όλους ότι ο κ.
Αλέξανδρος ήταν μέσα στο δάσος χτυπημένος κάνεις δεν πήγε να τον σώσει γιατί
φοβόταν . Ένας
μόνο , ο μπάρμπα-Αντρέας , έτρεξε , τον
πήρε και έφυγαν μαζί .
Την
Δευτέρα που πήγε σχολείο τα παιδία ήταν στεναχωρεμένα που κάηκε το δάσος. Ο κ.
Αλέξανδρος προσπάθησε να τους πείσει να ξαναφτιάξουν το δάσος και τα κατάφερε.
Στο
μεταξύ στο σπίτι του κ. Βγενά ο Θανάσης ήταν στεναχωρεμένος γιατί θα έφευγε απο
τον Ανθόπυργο και θα πήγαινε στο γυμνάσιο στην Αθήνα .
Ο κ. Βγενάς δεν μπορούσε να βλέπει έτσι τον γιο
του και του υποσχέθησε ότι θα χτίσει ένα
γυμνάσιο στον Ανθόπουργο. Ο Θανάσης χάρηκε
πάρα πολύ .