Καλώς ήλθατε !

Καλώς ήλθατε ! To e- zizania είναι ένα εκπαιδευτικό, ενημερωτικό αλλά και ψυχαγωγικό ιστολόγιο .







Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2013

ΑΙΟΛΙΚΗ ΓΗ

Η “Αιολική γη” μας μεταφέρει στα Κιμιντένια, βουνά της Μικράς Ασίας, όπου ζει η οικογένεια του μικρού Πέτρου με αρχηγό τον παππού. Ο Πέτρος, με την πιο αγαπημένη από τις τέσσερις αδερφές του, την Άρτεμη, παιδιά ακόμα, ζουν σε ένα μαγικό κόσμο γεμάτο παιδικά όνειρα που όμως σιγά-σιγά γκρεμίζεται όταν έρχονται σε επαφή με την αδικία, την κακία και τον πόλεμο. Ζούνε τον ξεριζωμό απ’ τον τόπο και τη γη τους και την προσπάθεια να στεριώσουν σε ένα καινούριο μέρος. Η ζωή τους μπερδεύεται με φανταστικές ιστορίες απλών και τίμιων ανθρώπων όπως του Αλί που γυρεύει σε όλη την Ανατολή να βρει το καμήλι του με το άσπρο κεφάλι και του Στέφανου του σαμαράπου προσπαθεί να κρατήσει τους ήχους μέσα σ’ ένα παλιό ρολόι.


Ο συγγραφέας παρουσιάζοντας τη ιστορία μέσα από τα παιδικά μάτια του Πέτρου και συνδυάζοντάς την με απλές “αστείες” ιστορίες την κάνει να μοιάζει με παραμύθι της Ανατολής





                          Ο  ΞΕΡΙΖΩΜΟΣ    ΤΩΝ    ΜΑΡΜΑΡΙΝΩΝ
Το 1922 με την καταστροφή της Μικράς Ασίας ήρθε μια διαταγή στο Μαρμαρά, οι Μαρμαρινοί να αδειάσουν το χωριό τους , να φύγουν δηλαδή μέσα σε μια μέρα .Ήταν τέλη Σεπτεμβρίου ,αρχές Οκτωβρίου όταν ήρθε αυτή η διαταγή και σε μία μέρα έπρεπε να μαζέψουν και να πάρουν ό,τι μπορούσαν.Πήραν μαζί τους ό,τι μπορούσαν να σηκώσουν ρουχισμό , χρυσαφικά , οικιακά σκεύη και βέβαια τρόφιμα . Το πρώτο όμως που σκέφτηκαν να πάρουν ήταν τα εικονίσματά τους ,να αδειάσουν τις εκκλησίες τους απ΄ ό,τι κινητό μπορούσαν να κρατήσουν στα χέρια τους .Γι΄αυτό μοίρασαν τα  εικονίσματα στους κατοίκους , ο καθένας να κρατάει από μια εικόνα . Ο Επιτάφιος που υπάρχει στο ναό Παμμεγίστων Ταξιαρχων  στο χωριό είναι από την Παλιά Πατρίδα , ο μεγάλος ασημένιος πολυέλαιος μπροστά στο ιερό είναι κι αυτός από την παλιά πατρίδα ,ιερά ευαγγέλια , ιερά σκεύη , τα δυο μανουάλια που βρίσκονται μπροστά στο τέμπλο είναι κι αυτά φερμένα από κει , θυμιατά , η ιερατική στολή του μητροπολίτη και άλλες φορεσιές τα φέρνουν όλα .Πρώτα σκέφτηκαν τα εκ-κλησιαστικά τους και μετά ότι μπορούσαν να βάλουν σε σεντούκια , σε καλάθια ,σε μπόγους και οτιδήποτε σηκωνόταν από το σπίτι , γιατί τους είπανε πώς αυτός ο σηκωμός δε θα έχει γυρισμό ,αν και αυτοί δε το πιστεύανε .Πολλοί ακόμη πήραν και κατοικίδια ζώα , τις αγελάδες τους και τα κατσίκια τους .Αυτοί που είχανε δικά τους καΐκια έφυγαν με τα δικά τους .
Ο κύριος όγκος των κατοίκων της πόλης του Μαρμαρά έφυγε με το ατμό-πλοιο Βασιλιάς Κωνσταντίνος  με καπετάνιο τον καπετάνιο Μαυρουδή. Όταν φεύγανε ,όλοι τα μάτια τους τα είχαν στραμμένα πίσω και κλαίγανε και λέγανε  Καημένε Μαρμαρά , θα γυρίσουμε πίσω;
Δυστυχώς όμως επιστροφή δεν υπήρχε .Μέσα στο πλοίο γεννήθηκε και ένα παλικάρι , ένα αγοράκι κι ο καπετάνιος το ονόμασε Νικόλα. Δυστυχώς όμως σήμερα δεν υπάρχει στη ζωή , έφυγε . Ήταν η πρώτη γέννα μέσα στο πλοίο.

Κάποια πράγματα όμως δε μπόρεσαν να πάρουν μαζί τους από τα σπίτια τους ,από τα μαγαζιά τους . Δεν πήραν τα βαρέλια με τα κρασιά τους δεν πήραν τα λάδια τους , τις ελιές τους .Όλα αυτά έμειναν στα σπίτια τους ,έχοντας οι ίδιοι την ε-ντύπωση ότι πάλι θα γυρίσουν πίσω.

Τα προσωπικά τους είδη τα κρύψανε γιατί φοβήθηκαν ,μήπως τους τα πάρουν και μέσα στο πλοίο .Τα χρήματά τους τα ράβανε μέσα στο ποδόγυρο , μέσα στις ζακέ-τες τους , οι δε άντρες τα φυλάγανε γύρω γυρω από τα ζωνάρια τους για να έχου-νε τα προς το ζην. Τα αντικείμενα τα ασημένια , τα μπακιρένια ή τα μπρούτζινα ,αυτά τα βάλανε μέσα σε μπόγους και τα μεταφέρανε πάνω στο πλοίο .

Η πιο δραματική σκηνή ήταν εκείνη που ανεβάζανε τα προσωπικά τους και τα εκ-κλησιαστικά τους είδη ,γιατί τότε καταλάβαιναν πως θα ξεριζωθούνε και πάλι και θα πηγαίναν σε μια άλλη πατρίδα ,άγνωστη γι αυτούς και δεν ξέραν για πόσο καιρό .Παρακαλούσαν την Παναγία και τον Ταξιάρχη να μη μείνουν πολύ καιρό εκεί που τους πάνε ,αλλά να γυρίσουν πίσω .

Γ΄αυτό πολλοί αφήσανε και τα κλειδιά τους ακόμη πάνω στην πόρτα, γιατί πιστεύ-ανε πως θα γυρίσουν και θα τα βρουν στην πόρτα .Ή ακόμα αυτοί που θα μπαίναν μέσα στο σπίτι να κατοικήσουν να μη σπάσουν την πόρτα αλλά να μπουν με το κλειδί. Τόσα πολλά σκεφτόταν εκείνη τη μέρα που θα αναχωρούσαν για το ταξίδι χωρίς γυρισμό .

                             μαρτυρία της κ. Ευστρατίας  Παναγιωταρέλη

.........................Τελικά αποφασίσαν και βγήκαν οι περισσότεροι Μαρμαρινοί στη Λίμνη της Εύβοιας . Μόλις αγκυροβόλησε το βαπόρι , άρχισαν να ξεφορτώνουν τα πράγματά τους στην προκυμαία . Φανταστείτε τι ένιωθαν τώρα αυτοί οι άνθρωποι μετά από τόσες μέρες κακουχίας και πόνου .Είχαν αφήσει πίσω την πατρίδα τους . Καθόταν πάνω στα πράγματα τους στα μπαούλα και στους μπόγους και περίμεναν, να δούνε πού θα πάνε .Από τα μάτια τους δεν έτρεχαν δάκρυα , έτρεχε αίμα .
Πρώτα πρώτα δεν ήξεραν πού θα μείνουνε. Άρχισαν να παρακαλάνε.Άλλους τους πήγαν μέσα στην εκκλησία ,άλλους στο σχολείο της Λίμνης και άλλους στις αποθήκες .Βάζαν κουρελούδες για να χωρίζουν ένα μέρος για κάθε οικογένεια .Μια κυρία γέννησε μέσα στην εκκλησία του χωριού , στον  Άγιο Μελέτιο  .Το αγόρι που γεννήθηκε πήρε το όνομα του προστάτη Αγίου και το ονόμασαν Μελέτιο

Οι περισσότεροι πέρασαν πολύ δύσκολα .Είχε αρχίσει να ψυχραίνει και ο καιρός , ήταν ήδη φθινόπωρο .Τότε τους βοήθησε και πάλι ο μεγάλος ευεργέτης ο Νικόλαος Κυριακίδης , ο οποίος νοίκιασε ένα χώρο που θα χρησίμευε για σχολείο με δυο τάξεις .

Η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη .Οι κοπέλες κεντούσαν ξένα κεντήματα για να βγάλουν το ψωμί τους , άλλες μπάλωναν δίχτυα , άλλες έπλεκαν δαντέλες και τις πουλούσαν στις αρχόντισσες Λιμνιές .
Ο καιρός περνούσε και μερικοί κάτοικοι της Λίμνης , που φιλοξενούσαν στα σπίτια τους του πρόσφυγες άρχισαν να δυσανασχετούν . Έλεγαν πώς δεν μπορού-σαν άλλο να τους φιλοξενούν και πως πρέπει να φύγουν .

Υπήρχαν και μερικοί , όπως μου έλεγε η μάνα μου , που για να τους υπο-χρεώσουν να φύγουνε τους πετούσαν ζεματιστό νερό ,όταν έβγαιναν έξω .
Σκληρές καταστάσεις , το έζησαν κι αυτό . Τους έλεγαν να φύγουν . Φτάνει τόσο που ζήσατε εδώ , να πάτε παραπέρα.

Είχε αρχίσει η κυβέρνηση να παραχωρεί τόπους ( κυρίως σε μοναστηριακά μετό-χια ) στους 1.500.000 πρόσφυγες .Τότε ήταν που ο Κυριακίδης είπε στους συ-μπατριώτες του να πάνε να ψάξουν σε ποιο μέρος θα ήθελαν να πάνε να μείνουν . Πήγαν στην Επανομή , στη Θεσσαλονίκη και αλλού, όμως σε ένα μέρος είχε μόνο βουνό , σ΄άλλο μόνο θάλασσα . Οι δικοί μας ήθελαν ένα μέρος που να θυμίζει το νησί τους , να έχει και βουνό και θάλασσα .
Όταν η αντιπροσωπεία των Μαρμαρινών , που γυρνούσε με ένα καραβάκι , είδε στη Χαλκιδική αυτό τον τόπο που έμοιαζε με νησί και τους θύμιζε την Πατρίδα , γύρισαν πίσω στην Λίμνη και είπαμε στους συγχωριανούς τους  Ελάτε σηκωνό-μαστε , πάμε στη Χαλκιδική  . Μάζεψαν τότε τα πράγματά τους και ήρθαν στη Χαλκιδική .

Όταν όμως έφτασαν την 1η Αυγούστου του 1924, του Αγίου Τιμοθέου , και κατέβηκαν από το καράβι ,απογοητεύτηκαν . Σμήνη κουνουπιών έπεσαν πάνω τους να τους φάνε . Δεν μπορούσαν να σταθούν .Όταν είδαν και το βουνό οι γυ-ναίκες άρχισαν να κλαίνε και να λένε. Πού μας φέρατε εδώ ; Θα μας φάνε τα τσακάλια . Δεν είχε όμως γυρισμό . Έπρεπε να μείνουν. Όταν τους αποχαι-ρετούσε το πλοίο , νόμιζαν πώς τελείωνε η ζωή τους σε κείνη την ερημιά . Χάρη στην πίστη στο Θεό , στην αξιοπρέπειά τους και στην υπομονή τους μπόρεσαν και δεν έχασαν τα λογικά τους .Γιατί άλλο να βρεθείς πρόσφυγας σε μια οργανωμένη κοινωνία και άλλο σε ένα ρουμάνι που μόνο τα κόκκινα κεραμίδια από το Μετόχι έδειχναν ότι υπήρχε ανθρώπινη ζωή .

Πρώτα κατέβηκαν οι άντρες και άνοιξαν τόπο για να μπορέσουν να ακου-μπήσουν τα πράγματά τους . Σε κείνο το μέρος δίπλα στη Θάλασσα , στο Μπαλα-μπάνι , έστησαν τις σκηνές τους και μπήκαν μέσα . Οι άντρες έκοψαν μεγάλα ξύλα και έστησαν μια παράγκα , την πρώτη τους εκκλησία .Εκεί έβαλαν όλα τα κειμήλια και τα όσια που είχαν φέρει από την πατρίδα , για να τα προστατέψουν από τον καιρό . Νερό δεν είχαν καθόλου . Για δυο χρόνια έμειναν μέσα στα τσαντίρια.

................................μαρτυρίες  από την κ. Πουλή  Πασχαλίτσα